- electropyrexia
- elec·tro·py·rex·ia -pī-'rek-sē-ə n artificial fever induced by electrical means for therapeutic purposes
Medical dictionary. 2011.
Medical dictionary. 2011.
electropyrexia — ̷ ̷| ̷ ̷ ̷ ̷ at electro + noun Etymology: New Latin, from electr + pyrexia : artificial fever induced by electrical means for therapeutic purposes … Useful english dictionary
ηλεκτροπυρεξία — η ιατρ. πρόκληση τεχνητού πυρετού με ρεύμα υψηλής συχνότητας, με σκοπό τη θεραπεία τής προϊούσας γενικής παράλυσης. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. electropyrexia < electro (πρβλ. ηλεκτρο *) + pyrexia (πρβλ. πύρεξη < πυρέσ σω «έχω… … Dictionary of Greek