traumatopnea

traumatopnea
Passage of air in and out through a wound of the chest wall. [traumato- + G. pnoe, breath]

* * *

trau·ma·top·nea (traw″mə-topґne-ə) [traumato- + -pnea] open pneumothorax.

Medical dictionary. 2011.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • traumatopnea — Asfixia parcial con colapso del paciente, causada por una herida torácica penetrante que permite la entrada de aire al espacio pleural y comprime los pulmones. Diccionario Mosby Medicina, Enfermería y Ciencias de la Salud, Ediciones Hancourt, S.A …   Diccionario médico

  • τραυματόπνοια — η, Ν ιατρ. αναπνευστικός ήχος που ακούγεται κατά την έξοδο και την είσοδο τού αέρα όταν ένα θωρακικό τραύμα έχει προκαλέσει επικοινωνία της κοιλότητας τού υπεζωκότα με την εξωτερική ατμόσφαιρα. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. traumatopnea… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”